- σβανάς
- οείδος μικρού δρεπανιού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σβανάς — ο, Ν 1. το δρεπάνι 2. (ιδιωμ.) πριονωτός σουγιάς. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. σλαβ. προέλευσης] … Dictionary of Greek